Πέμπτη 26 Μαρτίου 2009

ΜΠΟΥΚΟΦΣΚΙ

Ο παρακάτω διάλογος συνέβη πριν από δύο χρόνια, στο μικρό διαμέρισμα που νοίκιαζα τότε, στον τρίτο όροφο μιας παλιάς πολυκατοικίας, κάπου στο Θησείο.

Ποτέ δεν ήμουν καλός στο ψάρεμα γκόμενας στα μπαρ της Αθήνας. Στο εξωτερικό πάντα τα πήγαινα καλύτερα, αλλά αυτό είναι άσχετο. Σημασία έχει ότι εκείνο το βράδυ τα είχα καταφέρει και μάλιστα πολύ καλά. Είχα πείσει μια πανέμορφη 20χρονη, με υπέροχα πόδια και ντελικάτα, λαχταριστά οπίσθια, να με ακολουθήσει μέχρι το διαμέρισμά μου.

Αφού σερνόμασταν για δέκα λεπτά περίπου στις σκάλες από το πολύ ποτό και τα πολλά φιλιά, φτάσαμε στην πόρτα λαχανιασμένοι και αναμαλλιασμένοι. Άνοιξα και μπήκαμε μέσα. Στο διάδρομο είχα αρκετές στοίβες με βιβλία που βάλθηκε να τα κοιτάζει και να τα ψάχνει όσο εγώ έβαζα δύο ποτά.

«Ωωω, εσύ διαβάζεις Μπουκόφσκι!!!» την άκουσα να φωνάζει.

«Ναι», απάντησα απ’ την κουζίνα και την πλησίαζα με τα ποτά στο χέρι.

«Δεν έχω γνωρίσει κανέναν που να έχει διαβάσει Μπουκόφσκι!»

«Είσαι μικρή ακόμα, γι’ αυτό. Αυτά τα πράγματα θέλουν χρόνο».

Ενώ πίναμε το ποτό μας φλυαρούσε για το πόσο υπέροχα και ζωντανά έγραφε, για το πόσο πραγματικοί είναι οι διάλογοι του και διάφορα άλλα πράγματα που δεν θυμάμαι γιατί έπαψα ν’ ακούω. Τα ποτά τελείωναν οπότε έπρεπε να τη διακόψω.

«Κοίταξε να δεις. Ούτε κι εγώ έχω γνωρίσει κάποιον που να διαβάζει Μπουκόφσκι, αλλά πιστεύω ότι θα ήταν πολύ περήφανος από εκεί ψηλά, αν μας έβλεπε να συνεχίζουμε τη συζήτηση στο κρεβάτι…»

Και πήγαμε. Και η κοπέλα που διάβαζε Μπουκόφσκι έκανε το καλύτερο κρεβάτι από όσες είχα γνωρίσει μέχρι τότε και από άλλες πολλές που γνώρισα μετά. Ακόμα τη σκέφτομαι κάποια κρύα, μοναχικά βράδια. Καληνύχτα σου μικρή μου.

ΠΟΝΟΚΕΦΑΛΟΣ

Είχα μια σχέση που τέλειωσε σχεδόν τρία χρόνια από τότε που άρχισε. Είχα μείνει ξανά μόνος μου μετά από τόσο καιρό. Είχα ξεχάσει σχεδόν τους ανθρώπους. Ήμουν νέος, ένοιωθα απελπισμένος και την αγαπούσα ακόμη. Όλα είχαν τελειώσει όμως.

Το πρώτο πράγμα που ξεκίνησα να κάνω, για να μην τα σκέφτομαι όλα αυτά, ήταν να εξερευνήσω τις δυνατότητές μου. Να καταπιαστώ με τα ταλέντα μου. Τότε όμως ανακάλυψα ότι δεν είχα κανένα! Οπότε βρήκα δύο δουλειές και άρχισα να παρακολουθώ ξανά τα μαθήματα στη σχολή, μπας και πάρω το καταραμένο πτυχίο. Παράλληλα άρχισα και το ποτό. Αποδείχτηκε πολύ αξιόπιστος φίλος. Ήταν πάντα εκεί όταν τον χρειαζόμουν.

Έπινα λίγα ποτηράκια κάθε μέρα και πολλά κάθε Παρασκευή και Σάββατο. Ήταν ευεργετικό! Όταν έπινα, σταματούσα να σκέφτομαι – πράγμα που με τυραννούσε νηφάλιο – έβλεπα τη ζωή και τις καταστάσεις πιο αισιόδοξα και τις γυναίκες πιο όμορφες.

Ενώ λοιπόν τα δύο πρώτα με βοήθησαν αρκετά, αυτό με τις γυναίκες επιφύλασσε δυσάρεστες εκπλήξεις πολλά πρωινά και σε μένα και στον ταλαίπωρο τον πονοκέφαλό μου…

Κυριακή 15 Μαρτίου 2009

Μεθυσμένος και χαμένος

Καθόταν στο μπαρ της κουζίνας μόνος του ενώ το πρωτοχρονιάτικο πάρτι ήταν στο φόρτε του. Είχε χορέψει, είχε φλερτάρει –χωρίς επιτυχία, είχε πιει μεγάλη ποσότητα και μεγάλη ποικιλία ποτών και τώρα καθόταν, κρατώντας στο χέρι ένα ποτήρι που μάλλον δεν θυμόταν τι περιείχε.

Τρία παιδιά μπήκαν μέσα. Δεν του έδωσαν καμία σημασία αλλά δε νομίζω ότι τον ένοιαξε κιόλας. Ο ένας άνοιξε ένα καινούριο μπουκάλι από τη φτηνή σαμπάνια. Τέντωσε το χέρι με το ποτήρι πριν προλάβει κανένας άλλος και του το γέμισαν. Μέχρι να γεμίσουν οι υπόλοιποι άπλωνε για δεύτερη φορά το χέρι του με το άδειο ποτήρι στην άκρη. Αυτή τη φορά του έβαλαν λιγότερο αλλά δε νομίζω να το κατάλαβε. Έφυγαν κλείνοντας το φως. Έμεινε μόνος πάλι.

Σκεφτόταν την πρώην του. Που να ήταν αυτή τώρα; Έλειπε από τη ζωή του και ήταν δύσκολο να προχωρήσει παρακάτω. Είχε περάσει ένας χρόνος όμως. Για το 2009 έπρεπε να το πάρει απόφαση. Έπρεπε να δώσει ευκαιρίες σε άλλες κοπέλες να του κλέψουν την καρδιά. Προς το παρόν όμως φαινόταν να απολαμβάνει τη μοναξιά και τις σκέψεις του στη σκοτεινή κουζίνα ενώ οι υπόλοιποι χόρευαν στους ήχους της μουσικής του. Καθόταν πετρωμένος σ’ εκείνο το σκαμπό. Η μουσική ήταν ένα μακρινό ηχητικό φόντο που δεν τον άγγιζε καθόλου. Οι σκέψεις του οδηγούσαν το βλέμμα του στο άπειρο και το άπειρο είναι επικίνδυνο μέρος για να πηγαίνει κανείς. Δεν πρόκειται ποτέ να φτάσεις οπότε τράβα για κάπου αλλού καλύτερα. Κάποιες στιγμές ωστόσο είναι λυτρωτικό. Παρατηρώντας τον από μακριά έλεγες πως θα μπορούσε να κάτσει εκεί για πάντα.

Μετά από κάποια ώρα η φίλη του η Λυδία τον πλησίασε.

«Είσαι καλά;»

Καμία απάντηση.

«Έλα να ξαπλώσεις».

Σηκώθηκε χωρίς να μιλήσει. Ανακατευόταν πολύ. Μέχρι να φτάσει στην πόρτα της κουζίνας του ερχόταν να ξεράσει. Επιστράτευσε το πιο νηφάλιο ύφος που διέθετε για να διασχίσει το σαλόνι που όλοι χόρευαν. Συγκεντρώθηκε στα πόδια του ώστε να μην πέσει ενώ παράλληλα προσπαθούσε να κάνει τη φάτσα του να δείχνει αδιάφορη. Δύσκολη δουλειά, αλλά δεν ήθελε να τον δει σε τέτοια χάλια η κοπέλα με το κόκκινο φόρεμα. Η σημερινή βραδιά ήταν χαμένη. Θα τη διεκδικούσε όμως μέχρι να την καταφέρει. Ίσως μετά από μερικά βράδια. Προσπάθησε να θυμηθεί το όνομά της καθώς έβγαινε από το σαλόνι αλλά ήταν αδύνατον. Δεν πειράζει. Θα το μάθει άλλη φορά. Πάντα αναβλητικός ήταν έτσι κι αλλιώς. Δεν θα το άλλαζε αυτό στα 24 και σίγουρα όχι μια βραδιά σαν και αυτή.

Για την ώρα έπρεπε να αδειάσει λίγο αλκοόλ από μέσα του με την παλιά μέθοδο. Περπάτησε γρήγορα μέχρι το μπάνιο. Σχεδόν έπεσε πάνω στην πόρτα αλλά αυτή αντί να ανοίξει διάπλατα, ίσα που άνοιξε και έσκασε πάνω στη μούρη του. Προσπάθησε άλλη μια φορά αλλά τίποτα. Ένα ζευγάρι με άγριες διαθέσεις μόλις είχε μπει μέσα. Ξαναμμένοι από το ποτό και τον ενθουσιασμό της νέας χρονιάς, θα έγραφαν μία ακόμα χαρούμενη, πρωτοχρονιάτικη ιστορία στο πάτωμα μιας τουαλέτας.

Προχώρησε προς το υπνοδωμάτιο και κάποιος του έβαλε ένα κουβά στο χέρι. Αδιαμαρτύρητα τον πήρε αγκαλιά και κάθισε στο κρεβάτι. Κάθε 5-10 λεπτά έβγαζε ένα ποτηράκι από τα πολλά που είχε πιει και την υπόλοιπη ώρα χανόταν στο τίποτα. Η όλη διαδικασία κράτησε καμιά ώρα. Κάθε τόσο πήγαινε να τον πάρει ο ύπνος και τα ξερατά κινδύνευαν να βρεθούν στο κρεβάτι και το πάτωμα. Ήταν εκεί η Λυδία όμως για να τα σώσει, κρατώντας τον κουβά και ρίχνοντας του δυνατές σφαλιάρες για να συνέλθει. Και τα κατάφερνε μια χαρά!

Ξαφνικά σηκώθηκε. Ζήτησε να πάει για ύπνο. Κάποιος του φώναξε ότι θα τον βάλουν να κοιμηθεί με μια κουκλάρα. Χαμογέλασε δύσπιστα, σίγουρα όμως σκεφτόταν πως σε πολύ λίγο θα εξακρίβωνε την ορθότητα αυτής της ανακοίνωσης. Με το που μπήκε στο δωμάτιο τα μάτια του πήγαν κατευθείαν στο διπλανό κρεβάτι. Σίγουρα υπήρχε κάποιος που κοιμόταν κάτω από αυτά τα σκεπάσματα. Ο πιο αξιόπιστος και αποδοτικός τρόπος για να το βεβαιώσει ήταν να πιάσει με το χέρι του το σημείο που μάλλον ήταν ο κώλος. Αλλά το ξανασκέφτηκε. Αν ήταν γυναικείος ήταν αρκετά μεγάλος για τα γούστα του. Έτσι κι αλλιώς ήταν πολύ μεθυσμένος για να μπλέκει με τέτοιου είδους μπελάδες. Έπεσε στο κρεβάτι ξενερωμένος και με τα ρούχα.

Οι πρώτες ώρες του 2009 είχαν περάσει, το αλκοόλ είχε αρχίσει να εξατμίζεται από το αίμα και ο πρωινός ήλιος θύμισε σε όλους τη νύστα τους. Η μουσική σταμάτησε, ο κόσμος άρχισε να φεύγει. Το πάρτι είχε τελειώσει.

Παρασκευή 13 Μαρτίου 2009

Alice Russell - Pot of gold [2008]


Να ένα κορίτσι που δεν μπορώ να σταματήσω να αγαπάω και πάνε τρία χρόνια τώρα από την πρώτη φορά που άκουσα τις μουσικές της. Πώς να κάνω αλλιώς; Υπάρχουν πολλές τέτοιες φωνές που ξεχειλίζουν από πάθος και δυναμικότητα; Η Alice μεγάλωσε σ’ ένα σπίτι όπου ήταν συνεχώς περικυκλωμένη από μουσική. Με αυτό το δεδομένο λοιπόν και μία σπουδαία φωνή, αναζήτησε την τύχη της στη μουσική βιομηχανία. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχει κυκλοφορήσει τρεις προσωπικούς δίσκους και πριν από αυτό έχει να επιδείξει πολλές συνεργασίες (Quantic Soul Orchestra, Nostalgia 77). Ο τελευταίος της δίσκος λοιπόν είναι αυτό που λέει ο τίτλος. Ένα δοχείο γεμάτο χρυσάφι που περιμένει την ακοή και τις υπόλοιπες αισθήσεις σας να το ανακαλύψουν. Το μόνο που έχετε να κάνετε είναι να πατήσετε το play και να αφήσετε τους funky ήχους να ξεχυθούν. Τα κομμάτια μιλάνε από μόνα τους. Το δυναμικό ξεκίνημα του δίσκου με το «Turn and run», το «Two steps» βγαλμένο κατευθείαν από τα συρτάρια της Motown και το τρελό σόλο του «Got the hunger». Στο «Livinthe life of a dreamer» η φωνή της φτάνει στα όριά της και πιάνει «κουβέντα» με τις τρομπέτες και τα σαξόφωνα ενώ το κερασάκι στην τούρτα είναι η έξτρα αφαιρετική διασκευή του «Crazy» των Gnarls Barkley και τα ξεσηκωτικά ξεσπάσματα του swing «Lights went out». Ας ελπίσουμε να τη δούμε και φέτος στην Αθήνα κάποια στιγμή.

Lily Allen - It's Not Me, It's You [2009]

Ασχολούμαι με αυτό το δίσκο γιατί, για την ποπ μουσική, στην οποία ανήκει είναι κάτι ξεχωριστό. Στιχουργικά θυμίζει την Pink αλλά στο πιο ώριμο, παρά τα 24 χρόνια της. Τα χώνει σε όλους και στα πάντα (ξενέρωτους και εγωιστές εραστές, ρατσιστές κάθε είδους, πολιτικούς, εθισμένους στα ναρκωτικά, στη διασημότητα και το χρήμα και όλα όσα αυτά προκαλούν) με έξυπνο τρόπο, μπερδεύει ακόμα και το Θεό ζητώντας του να πάρει την κατάσταση στα χέρια του. Το πιο ενδιαφέρον όμως είναι ότι στο κομμάτι «22» τα χώνει και στον ίδιο της τον εαυτό! Τουλάχιστον σε ό,τι ήταν πριν από 2 χρόνια. Κατά τη διάρκεια του δίσκου αλλάζει αρκετά στυλ και περνάει από διάφορα μουσικά είδη, όμως αυτό το «εργοστασιακό» μπιτ που χρησιμοποιεί σε όλα τα κομμάτια αφαιρεί αρκετούς πόντους από την όλη προσπάθεια. Παρόλα αυτά ο κυνισμός, η ειρωνεία και η κρυστάλλινη παραγωγή δίνουν στον δίσκο όσα χρειάζεται για μια πετυχημένη πορεία.